- συχωράω
- βλ. συχωρ(ν)ώ.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
συχωρώ — και συχωράω και συχωρνώ Ν βλ. συγχωρώ … Dictionary of Greek